Ο ΜΎΘΟΣ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ
Ο Πλάτων μας εξιστορεί
ένα όμορφο παραμύθι ,
που μπορεί να είναι και αληθινό ,
διαχρονικά και επίκαιρο
βέβαια είναι, διότι μέσα από αυτό μπορούμε να αντιληφθούμε καλύτερα το σήμερα
και να αναρωτηθούμε
το ΤΙ; Είναι
φυσιολογικό και τι όχι ,
ΤΙ; Πραγματικό και τι μια ψευδαίσθηση .
Υπάρχουν άνθρωποι
αλυσοδεμένοι μέσα σε ένα σπήλαιο καθηλωμένοι να κοιτούν προς τον τοίχο από την
γέννηση μέχρι και το τέλος της ζωής τους
πίσω τους μια φωτιά που μισό φωτίζει
τον χώρο ,
και χωρίς να έχουν την ευχέρεια
της ελεύθερης κίνησης του σώμα και του κεφαλιού τους .
Βλέπουν μόνο μπροστά
τους τον τοίχο , που επάνω του αναπαριστώνται διάφορες σκιές ανθρώπων και ζώων
χωρίς εικόνα προσώπου και χρώμα,
να κινούνται προς μία κατεύθυνση ακούγοντας
διάφορες ομιλίες και κραυγές ζώων μόνο ,και δεν μπορούν να δούνε κάτι άλλο σε
όλη την διάρκεια της ζωής τους.
Ώσπου κάποιος από όλους
σπάει τα δεσμά και ελευθερώνετε σαστισμένος κοιτά γύρω του για να αναγνωρίσει
τον χώρο όπου ζούσε τόσα χρόνια ,
βλέπει την μεγάλη φωτιά και την επεξεργάζεται
, βλέπει ανθρώπους και ζώα να περνούν και η σκιά τους να αποτυπώνετε μπροστά
στους δικούς του ,
που είναι ακόμα καθισμένοι εκεί και κοιτούν τις σκιές στο
βράχο της σπηλιάς ,
όπου ήταν και αυτός πριν από λίγα λεπτά.
Παρατηρώντας τον υγρό
και μισοσκότεινο χώρο βλέπει κάπου ένα μικρό φως να προσπαθεί να μπει μέσα στην
σπηλιά , και κατευθύνεται προς τα εκεί ,
όσο πλησιάζει το φως γίνετε πιο έντονο
και δυνατό αυτός μην μπορώντας να το αντέξει
κλείνει τα μάτια του με το ένα του χέρι και ορμά μέσα του και το
διαπερνά .
Τα μάτια του δεν
αντέχουν, δεν μπορούν να δούνε, Το φως
τον τυφλώνει , τόσα χρόνια στο σκοτάδι συνήθισαν το μαύρο χρώμα,
προσπαθεί όμως ανοίγει και κλείνει γρήγορα τα μάτια , γιατί το δυνατό φως τον προκαλεί πόνο ,
Ώσπου μετά από λίγα λεπτά καταφέρνει να το συνηθίσει και να ανοίξει επιτέλους τα μάτια του,κοιτά
γύρω και αρχίζει να βλέπει
τα δέντρα με τα πράσινα
φύλλα, τον καταγάλανο ουρανό με όμορφα άσπρα σαν βαμβάκι σύννεφα,
τα πουλιά που πετούν
πέρα- δώθε κελαηδώντας έναν ωραίο σκοπό
, που δεν έχει ακούσει κάτι παρόμοιο στην ζωή του ,
παρατηρεί το καταπράσινο χορτάρι , και τα διάφορα πολύχρωμα λουλούδια,
παρατηρεί το καταπράσινο χορτάρι , και τα διάφορα πολύχρωμα λουλούδια,
βλέπει στο βάθος το
ποτάμι με τα
γάργαρα νερά και το βουητό από αυτό αντηχεί σαν
γλυκιά μελωδία στα αυτιά του ,
γλυκιά μελωδία στα αυτιά του ,
και τέλος σηκώνει το
κεφάλι ψιλά βλέπει το ήλιο και αρχίζει
να συνειδητοποιεί πως αυτό που ζούσε μέχρι τώρα ήταν μια ψευδαίσθηση ένα ψέμα
που του το σέρβιραν σαν αληθινό
γεμάτος χαρά
τρέχει η ευτυχία του δεν περιγράφετε ,
θέλει να ενημερώσει του φίλους και τους συνανθρώπους του ,
τους εξηγεί το τι είδε
,
και πως αυτό που<< ζούνε>> και<< βλέπουν>> αυτοί
είναι ένα μεγάλο ψέμα,
και πως ο πραγματικός κόσμος είναι εκεί έξω.
Αρχίζουν να τον
περιγελούν ,τον κοροϊδεύουν ,τον πειράζουν,τον χλευάζουν,λέγοντας του πως είναι χαζός και ονειροπόλος, πως έχει σαλέψει και
τρελαθεί,δεν το πιστεύουν τον διώχνουν και δεν ακούν
θέλουν την ησυχία τους
.
Αυτός στην αρχή λυπάται και στενοχωριέται ,
θλίβεται
για όλα όσα του είπαν ,
δεν το περίμενε , Δεν τον πίστεψαν .
Μετά το ξανασκέφτεται
δεν πειράζει είπε ,
Εγώ είδα
το ένιωσα
το κατάλαβα ,
ότι η ζωή δεν είναι
αυτό που βλέπουμε ,
προσπάθησα να το πω
όποιος κατάλαβε κατάλαβε
,
δεν υπάρχει άλλος
τρόπος πέραν
από αυτόν που αντιλαμβάνεται ο κάθε ένας
<<ΛΕΩΝΙΔΑΣ
>>
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου